Ορισμένα πράγματα που δεν γνωρίζετε για το καρπούζι
Είναι ο «βασιλιάς» των φρούτων του καλοκαιριού και μάλλον όχι άδικα αφού έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που το καθιστούν ιδιαίτερα αγαπητό. Γλυκό, ζουμερό και φυσικά δροσερό αποτελεί μόνιμη λύση στο οικογενειακό τραπέζι τους καλοκαιρινούς μήνες.
Η ελληνική λέξη για το καρπούζι είναι το «υδροπέπων» αφού η λέξη «καρπούζι» προέρχεται από το τούρκικο «karpuz». Εμφανίστηκε πρώτη φορά στα ιερογλυφικά της αρχαίας Αιγύπτου και καλλιεργείται από τον 10 αιώνα μ.Χ. στην Κίνα. Στην Ευρώπη ήρθε αρκετά χρόνια αργότερα, τον 13ο αιώνα περίπου.
Όμως, γνωρίζατε πως υπάρχουν περίπου 1.200 ποικιλίες καρπουζιού που διαφοροποιούνται μεταξύ τους όχι μόνο βάσει χρώματος (κίτρινο, πορτοκαλί, κόκκινο) αλλά και βάση σχήματος, υφής και σπόρων; Γενικότερα, το κίτρινο καρπούζι είναι λιγότερο γλυκό και διατηρείται περισσότερο σε σχέση με το κόκκινο. Το πορτοκαλί έχει στυφή γεύση και δεν έχει σπόρους στο εσωτερικό του. Είναι ένας απολύτως υγιεινός καρπός ιδιαίτερα πλούσιος σε βιταμίνες Α και C ενώ έχει λιγότερες θερμίδες από τα περισσότερες φρούτα.
Ακόμα, ο αριθμός των χωρών που παράγουν τον συγκεκριμένο καρπό ξεπερνά τις 100 και πρώτη φυσικά στη λίστα είναι η Κίνα. Επίσης, στην Κίνα, προσφέρουν το καρπούζι ως δώρο αφού από τα αρχαία χρόνια, μία τέτοια κίνηση αποτελούσε ένδειξη αγάπης και φιλίας μεταξύ των ανθρώπων. Εν ολίγοις, ένα τετράγωνο καρπούζι με έναν φιόγκο είναι ένα πολύ καλό δώρο στη χώρα.
Την ίδια ώρα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που δημιουργούν γευστικούς συνδυασμούς βασισμένους στο καρπούζι. Άλλωστε, είναι γνωστό πως συνοδεύεται με φέτα ή μπλε τυρί. Όμως, κάποιοι πιο… τολμηροί δημιουργούν «μπιφτέκι καρπουζιού με τυρί» και άλλα. Βέβαια το καρπούζι περιέχει 92% νερό και μόλις 5% ζάχαρη. Έτσι εξηγείται το γεγονός πως προκαλεί έντονη διούρηση. Ωστόσο, η υπερβολική ποσότητα νερού που καθαρίζει τον οργανισμό είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν πρέπει να καταναλώνεται αμέσως μετά το φαγητό γιατί επηρεάζει αρνητικά την πέψη.
Σημειώνεται πως το μεγαλύτερο καρπούζι του κόσμου έφτασε τα 108 κιλά και καλλιεργήθηκε στο Τενεσί στις αρχές της δεκαετίας του 1990.