Σάββατο, 9 Νοεμβρίου, 2024
Lavriaki.gr
ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Η ανθρωπότητα χρωστά τα μέγιστα στα μεταλλεία του Λαυρίου!

Aν η ανθρωπότητα χρωστά τα μέγιστα στον Αθηναϊκό Χρυσό Αιώνα, η Αθήνα χρωστά τον χρυσό της στα µεταλλεία του Λαυρίου, µεταλλεία που µετρούν 5.000 χρόνια ζωής! Στην περιοχή του Θορικού έχουν βρεθεί ίχνη εξορύξεως χαλκού που χρονολογούνται από το 3.000 π.Χ. Ωστόσο, η συστηµατική εκµετάλλευσή τους ξεκινά επί Κλεισθένη, το 508 π.Χ, όταν η αθηναϊκή δηµοκρατία αρχίζει να θέτει τα θεµέλια της µοναδικής ανάπτυξης που θα ακολουθήσει και θα εδραιώσει την πόλη ως την απόλυτη κυρίαρχο στον τότε γνωστό ελλαδικό χώρο. Ταυτόχρονα θα εξασφαλίσει την αιώνια φήµη στην πόλη που θα αποτελέσει το λίκνο της δηµοκρατίας.

Για δυο ολόκληρους αιώνες (5ος και 4ος π.Χ.) το µεγαλείο της Αθήνας θα στηριχτεί οικονοµικά στα µεταλλεία του Λαυρίου, τα οποία θα είναι η βασική πηγή πλουτισµού της. Οι ιστορικοί, ως συνέπεια της λειτουργίας του µεταλλείου, τοποθετούν γύρω στο 580 π.Χ. την κοπή της αθηναϊκής δραχµής, ενός εκ των πρώτων αργυρών νο­µισµάτων της Ιστορίας. Τόσο οι Περσικοί Πόλεµοι όσο και η δηµιουργία ενός ισχυρού στόλου που θα αποτελέσει την αιχµή του δόρατος της αθηνα­ϊκής εξωτερικής πολιτικής, βασίστηκαν στον άργυρο που εξορυσσόταν στα μεταλλεία.

Η ιστορία των µεταλλείων θα έχει διάφορες διακυµάνσεις, που θα ακολουθήσουν την ιστορι­κή πορεία της πόλης. Ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώ­να, η σταδιακή παρακµή των Αθηνών αλλά και η ανακάλυψη νέων µεταλλείων στη Βόρεια Ελλάδα έχουν ως συνέπεια τον µαρασµό των µεταλλείων και καταλήγουν στην οριστική διακοπή κάθε µεταλλευτικής δραστηριότητας τον 2ο π.Χ. αιώνα.

Ο μεταλλειολόγος Α. Κορδέλλας

Με σπουδές στη Βασιλική Βιοµηχανική Σχολή του Zittau της Σαξονίας από το 1852 έως το 1855 και στη συνέχεια στη Μεταλλειολογική Σχολή της Ακαδηµίας του Φράιµπουργκ (Bergakademie), ο Ανδρέας Κορδέλλας αποδείχτηκε ο άνθρωπος που θα ξαναέδινε ζωή, ύστερα από εγκατάλει­ψη αιώνων, στα µεταλλεία του Λαυρίου. Μετά το πέρας των σπουδών του, το 1860, επέστρεψε για λίγο στη γενέτειρά του, τη Σµύρνη, πριν εγκατα­σταθεί στην Αθήνα. Εκεί δίχως καθυστέρηση έγι­νε µέλος της επιστηµονικής οµάδας που επεξερ­γάστηκε τον νόµο περί µεταλλείων.

Τον Δεκέµβριο του ίδιου έτους επισκέφτηκε για πρώτη φορά την περιοχή του Λαυρίου. Αποτέλεσμα αυτής της επίσκεψης ήταν η ιδέα να ξεκινήσει µια διαδικασία για την επαναλειτουργία των μεταλλείων, η οποία αποκρυσταλλώθηκε στην καταγραφή των συµπερασµάτων του σε µια σηµαντική έκθεση που συνέταξε. Στην έκθεσή του αυτή προέβλεπε την οικονοµική προοπτική που υπήρχε από την ανάτηξη των «σκουρίων» και την επεξεργασία των «εκβολάδων» στο Λαύ­ριο. Οι εκθέσεις του Κορδέλλα κινητοποίησαν το ενδιαφέρον του Ιταλού µεταλλειολόγου I. B. Serpieri, ο οποίος είχε εµπειρία από παρόµοιες εργασίες εκµετάλλευσης «σκωρίας» σε ορυχεία της ρωµαϊκής εποχής που βρίσκονταν στο Κάλια-ρι της Σαρδηνίας.

Τα μεταλλεία λειτουργούν ξανά

Έτσι, λίγα χρόνια αργότερα, το 1864, ιδρύει τη µεταλλουργική εταιρεία Roux-Serpieri-Fressynet C.E. µε δικά του κεφάλαια και του γαλλικού τρα­πεζικού οίκου «I. Roux-Fressynet» µε έδρα τη Μασσαλία. Σε αυτήν την εταιρεία ο Α. Κορδέλλας τοποθετείται στη θέση του µηχανικού παραγω­γής. Έναν χρόνο µετά, το 1865, η εταιρεία διαθέ­τει 18 καµίνους, εγκαταστάσεις µεταλλοπλυσίας, µηχανουργείο και σιδηρόδροµο. Η εταιρεία δια­τηρείται µέχρι το 1873, έχοντας µετονοµαστεί σε «Ελληνική Εταιρεία των Μεταλλουργείων Λαυρί­ου», και κατασκευάζει εγκαταστάσεις στον λιµέ­να του Λαυρίου, στη θέση «Εργαστηριάκια» ενώ αναλαµβάνει την παραγωγή αργυρούχου µολύ­βδου από τις «σκωρίες».

Το 1867 απασχολεί 1.200 εργαζομένους – τε­ράστιο αριθµό για την εποχή! Στη συνέχεια, το «Λαυρεωτικό ζήτηµα», που ενέσκηψε µε τις δι­εκδικήσεις της εταιρείας από το ελληνικό κρά­τος, είχε ως αποτέλεσµα να δημιουργηθούν το1873 δύο εταιρείες: Η ελληνική «Εταιρεία των Μεταλλουργείων Λαυρίου» και η εταιρεία «Με­ταλλεία Καµάριζας». Το 1876, η δεύτερη παρα­χωρεί τη θέση της στη γαλλική εταιρεία «C.F.M.L. (Compagnie Fra ncaise des Mines du La urium)», την οποία ιδρύει και πάλι ο Serpieri, και κατα­σκευάζει νέο εργοστάσιο στη θέση «Κυπριανός». Επιπλέον, τα σπίτια και τα μαγαζιά είναι ιδιοκτη­σία των εταιρειών που εκτός των άλλων έχουν αναλάβει και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των εργαζομένων, την κατασκευή σχολείων, να­ών, λιµενικών εγκαταστάσεων.

Το 1880, µέσα σ’ ένα κλίµα γενικής οικονοµικής ύφεσης, εµφανίζεται η πρώτη σοβαρή κρίση: οι τιµές του µολύβδου πέφτουν διεθνώς και οι εταιρείες αντιμετωπίζουν οικονοµικό πρόβληµα. Τέλος, ο Κορδέλλας γίνεται διευθυντής της «Εταιρείας Μεταλλουργείων Λαυρίου» την περίοδο 1887-1891.

Η κόμισσα της Γερσέης

Η κόμισσα της Γερσέης φτάνει στην Ελλάδα «διά του χθες καταπλεύσαντος ατμοπλοίου των Γαλλικών Διαπορθμεύσεων…» στις 19 Ιανουαρί­ου 1888 και, μαζί με τη φίλη της λαίδη Γκαλα-γουέι, αδελφή του Άγγλου πρωθυπουργού, κα­ταλύει στο «Hotel d’ Angleterre». Οι κυρίες, λό­γω της εξέχουσας κοινωνικής τους θέσης τυγχά­νουν αναλόγου υποδοχής από τον βασιλιά Γεώρ­γιο, τον πρωθυπουργό της χώρας Χ. Τρικούπη, τους υπουργούς, τους πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων και τους επιφανείς των Αθηνών.

Η παρουσία των εν λόγω κυριών ουδόλως θα μας απασχολούσε, αν η πρώτη των εξ αυτών, κό­μισσα της Γερσέης, δεν συνέδεε το ταξίδι αυτό αναψυχής με τη συγγραφή ενός εγχειριδίου με τον τίτλο «Ιστορία Μεταλλείου ρωμαντικώς γεγραμμένη». Το εντυπωσιακότερο όλων δεν είναι ότι η εν λόγω κυρία «εθαμβώθη» από τα μεταλλεία του Λαυρίου κατά την εκεί επίσκεψή της, αλλά το ότι της γεννήθηκε η βαθύτερη ανάγκη να γράψει γι’ αυτά· ένα θέμα καθόλου ελκυστι­κό για τις γυναικείες ρομαντικές ψυχές…

Αφού περιηγήθηκε στους χώρους των μεταλ­λίων και συνέλεξε πλείστες όσες πληροφορίες από τον ίδιο τον Κορδέλλα που τη συνόδευε και την ξεναγούσε παράλληλα, άμα τη επιστροφή της στο ομιχλώδες Λονδίνο, η κόμισσα συνέχισε να επιδεικνύει έντονο ενδιαφέρον για το θέμα,

όπως αποδεικνύεται και από την αλληλογραφία που ακολούθησε με τον Κορδέλλα. Το πόνημα της Αγγλίδας κυρίας το έλαβε ο Κορδέλλας και φρόντισε να μεταφραστεί στη γλώσσα μας υπό την επίβλεψή του. Η έκδοση αυτή κυκλοφόρη­σε πρόσφατα από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής και έτυχε της επιστημονικής επιμέλειας των Κωστα Γ. Μάνθου και Γιώργου Δερμάτη.

Γράφει η κόμισα σε επιστολή της προς τον Κορδέλλα της 1ης Σεπτεμβρίου 1888:

«Αγαπητέ κ. Κορδέλλα, είναι περιττό να σας πω, πόσο με κολακεύει η τιμή που μου κάνατε με το να φροντίσετε να μεταφρασθεί το μικρό μου “άρθρο” πάνω στα μεταλλεία σας. Εάν η σχετική έκθεση, που έκανα, αξίζει το ενδιαφέ­ρον οφείλεται ασφαλώς στο θέμα και όχι στη συγγραφέα. Δεν ισχυρίζομαι ότι γνωρίζω τη γλώσσα σας, αλλά επειδή έμαθα κάποτε μερι­κές αρχαίες ελληνικές λέξεις, μπόρεσα να αντι­ληφθώ ότι η μετάφραση έγινε με μεγάλη επι­μέλεια όλων εκείνων, που τόλμησα να πω για τη χώρα σας και την ιστορία της, για την οποία υπερηφανεύεται το ανθρώπινο γένος. Διαπι­στώνω ότι προστέθηκαν μερικές σημειώσεις για να εξηγηθούν οι υπαινιγμοί μου στη μυθο­λογία των βορείων λαών και στους ήρωές μας του αγγλικού μυθιστορήματος. Σας ευχαριστώ χίλιες φορές, που μου στείλατε το αντίτυπο αυτό, που θα είναι για μένα μία ανάμνηση της ομορφιάς και της βιομηχανίας της μαγεμένης σας χώρας…».

«Η Ελλάς εγήγερται και εργάζεται»

«Η έναρξη του παραγωγικού ενδιαφέροντος για τη δημιουργία μεταλλευτικής και μεταλ­λουργικής βιομηχανίας στο Λαύριο της νεότερης εποχής έγινε μέσα στο πλαίσιο της βιομηχανικής επανάστασης στη Δυτική Ευρώπη, της συγκρό­τησης του ελληνικού κράτους και των πρώτων προσπαθειών για την εκβιομηχάνιση της χώρας. Η βιομηχανική νεωτερικότητα, που απότομα έκανε την παρουσία της στο Λαύρειο, παγίωσε και ανέπτυξε πολλαπλά ενδιαφέροντα συνοδά με αυτήν: ενδιαφέρον γι’ αυτήν καθ’ εαυτήν την παραγωγή και τους συντελεστές της, σχέση κεφαλαίου – εργασίας, έρευνα και τεχνολογικές καινοτομίες, πρώτες ύλες, σχέση κόστους – κέρ­δους, καθιέρωση στις αγορές, αλλά ενδιαφέ­ρον και για τα προβλήματα του μεταλλευτικού δικαίου, που εξελίχθηκαν σε διπλωματικά, πο­λιτικά, τα χρηματιστηριακά – κερδοσκοπικά και τα σχετικά με την αντιμετώπιση των εξεγέρσεων της νεογέννητης εργατικής τάξης. Επίσης η βιομηχανική ανάπτυξη του Λαυρείου, είτε από πα­ραγωγική ανάγκη, είτε υπό το πρίσμα της ιστορικής επιστήμης για τα αρχαία μεταλλευτικά και μεταλλουργικά έργα, σχεδόν αμέσως, μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, με την επανέναρξη των εργασιών, πυροδότησε πολυδιάστατα επιστημο­νικά ενδιαφέροντα (…).*

* Από το εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης.