ΚΚΕ για Λαύριο και Αν.Αττική: Οι λαϊκές ανάγκες δεν χωρούν στο «σχέδιο ανάπτυξης» του κεφαλαίου
Χωροταξικός σχεδιασμός, λιμάνι Λαυρίου, υποδομές διασύνδεσης, επεκτάσεις της Αττικής Οδού κ.ά. είναι ανάμεσα σε όσα περιλαμβάνονται στο «αναπτυξιακό σχέδιο» της κυβέρνησης για την Ανατολική Αττική, που παρουσιάστηκε στο συνέδριο – φιέστα που διοργάνωσε στις 31 Μάρτη.
Προφανώς, οι παρεμβάσεις που ανακοινώθηκαν αποτελούν ψηφίδες του στρατηγικού σχεδιασμού της αστικής τάξης για την Αττική και ολόκληρη τη χώρα, ο οποίος συμπυκνώνεται στο στόχο μετατροπής της σε κόμβο διαμετακόμισης Ενέργειας και εμπορευμάτων, ανάπτυξης του τουριστικού κλάδου κ.λπ. Ετσι, και οι προβλέψεις για την Ανατολική Αττική πρέπει να ιδωθούν από τη σκοπιά της διευκόλυνσης της συγκέντρωσης του κεφαλαίου, της έντασης της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης στα εργατικά – λαϊκά στρώματα.
Ως κομμάτι του σχεδιασμού για την Αττική, τα όσα παρουσίασε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στο συνέδριο για την ανατολική της πλευρά, αποτελούν εξειδίκευση του παραπάνω στόχου. Ετσι κι αλλιώς, στο «Ρυθμιστικό Σχέδιο Αττικής», που είχε ψηφιστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση το 2014 και παραμένει οδηγός για το «αναπτυξιακό σχέδιο» της σημερινής κυβέρνησης, δεσπόζουν έργα σχετικά με τις μεταφορές, όπως όσα συνδέονται με το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος» και το ρόλο του ως βασικής πύλης εισόδου στη χώρα. Επίσης, με την αναβάθμιση του λιμανιού του Λαυρίου, τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε αυτό και με άλλα έργα, που συνοδεύουν τέτοιες επενδύσεις, π.χ. έργα υποδομής, χωροταξικές παρεμβάσεις κ.λπ. Ψηλά στην ιεράρχηση είναι ακόμα έργα τουριστικής ανάπτυξης και αγροδιατροφικής παραγωγής. Οι σχεδιασμοί, όπως κατατέθηκαν από την κυβέρνηση, περιλαμβάνουν όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα δεσμεύσεις για χρηματοδότηση επιχειρηματικών ομίλων στο πλαίσιο των «αναπτυξιακών νόμων», π.χ. 40 προτάσεις για ένταξη στον «αναπτυξιακό νόμο» με προϋπολογισμό 60 εκατομμύρια ευρώ και άλλες 4 ειδικά για ξενοδοχειακές επενδύσεις προϋπολογισμού 2,8 εκατ. ευρώ κ.λπ., 10 εκατ. ευρώ μέσω ΕΣΠΑ, 400 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, 8 προτάσεις με προϋπολογισμό 6 εκατ. ευρώ στον τομέα της αγροδιατροφής, «αξιοποίηση» αρχαιολογικών χώρων, περιβάλλοντος και παραλιακού μετώπου, 15 τουριστικές επενδύσεις κ.λπ. Αφορούν επίσης έργα για να «χρυσώσουν το χάπι», που, όπως θα εξηγηθεί και παρακάτω, πάλι εκκινούν από τις ανάγκες του κεφαλαίου, όπως «χωροταξικοί εκσυγχρονισμοί» για την αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης και των συχνών δασικών πυρκαγιών, «έργα υποδομής», που αφορούν μεταξύ άλλων τη διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων, καθώς και αντιπλημμυρικά έργα. Αν ξεχωρίζουν κάποιες παρεμβάσεις, αυτές αφορούν «αναπτυξιακά έργα», σε σχέση με τη διασύνδεση των λιμανιών Ραφήνας και Λαυρίου, με επέκταση της Αττικής Οδού και σιδηροδρομική σύνδεσή τους με την υφιστάμενη σιδηροδρομική προαστιακή γραμμή, καθώς και άλλες παρεμβάσεις στο οδικό δίκτυο.
Οι εργαζόμενοι όμως μπορούν και πρέπει να κρίνουν και από την πείρα τους ότι οι ανάγκες τους δεν χωρούν στην καπιταλιστική ανάπτυξη, ούτε στο «παλιό μοντέλο», όπως το βαφτίζει ο ΣΥΡΙΖΑ για να ξεπλύνει την πολιτική του, ούτε στο «νέο παραγωγικό μοντέλο», αφού το περιεχόμενό τους είναι «ένα και το αυτό»: Η καπιταλιστική κερδοφορία.
Η εργατική τάξη έχει ανάγκη π.χ. από μόνιμη και σταθερή δουλειά, από εισόδημα που θα της εξασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση. Κι όμως, το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος» είναι ο μεγαλύτερος χώρος δουλειάς στην Ελλάδα, με χιλιάδες εργαζόμενους, εξυπηρετώντας εκατομμύρια επιβάτες κάθε χρόνο. Την ίδια στιγμή που σπάνε όλα τα ρεκόρ επισκεπτών και κερδών, οι εργαζόμενοι ξεζουμίζονται στην εντατικοποίηση, δουλεύουν με ωράρια – λάστιχο, με βασικό μισθό 586 ευρώ, ενώ το κόστος των αερομεταφορών είναι σχεδόν απαγορευτικό για τη λαϊκή οικογένεια. Σε ξενοδοχεία – σύμβολα της περιοχής, που τη χαρακτηρίζουν «αθηναϊκή Ριβιέρα», οι εργαζόμενοι δουλεύουν χωρίς σύμβαση και ενώ το πιο φτηνό δωμάτιο χρεώνεται με 350 ευρώ τη βραδιά, οι καμαριέρες δουλεύουν 7 μέρες τη βδομάδα, όλο το μήνα για 700 ευρώ. Η ανάπτυξη στον αγροδιατροφικό τομέα στηρίζεται στην ένταση της εκμετάλλευσης στα χωράφια, με μετανάστες εργάτες γης π.χ. σε Μαραθώνα κ.α. να δουλεύουν ήλιο με ήλιο, σαν σύγχρονοι σκλάβοι, μένοντας σε παραπήγματα χωρίς τις στοιχειώδεις υποδομές υγιεινής και ανθρώπινης διαβίωσης.
Οι εργαζόμενοι έχουν ανάγκη από φτηνές και ποιοτικές μεταφορές και συγκοινωνίες, για να πάνε στη δουλειά τους, για να κάνουν διακοπές με τις οικογένειές τους, αλλά και για να μη χρυσοπληρώνουν τα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης. Ομως, ο αστικός σχεδιασμός για την περιοχή, που έχει ανάμεσα στις προτεραιότητές του να καταστεί το λιμάνι του Λαυρίου δεύτερος λιμένας της Αττικής, συνδέεται με τις στοχεύσεις των εφοπλιστών της ακτοπλοΐας. Δηλαδή, με το στόχο της μείωσης των αποστάσεων από και προς τα νησιά και συνακόλουθα με τη μείωση του κόστους καυσίμων. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει τη γρήγορη και εύκολη συνδεσιμότητα του λιμένα Λαυρίου με την Αθήνα, τον Πειραιά και το διεθνές αεροδρόμιο. Από αυτήν τη σκοπιά τίθενται ως πρώτη προτεραιότητα έργα σαν τα παραπάνω και όχι με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες.
Ανάγκη των εργαζομένων στην περιοχή είναι η λειτουργία νοσοκομειακής μονάδας, αλλά και κατά τόπους Κέντρων Υγείας, πλήρως στελεχωμένων, ασθενοφόρων και άλλων υποδομών. Αναγκαία είναι η παρουσία γιατρών εργασίας σε μια περιοχή με δεκάδες βιομηχανίες, που τα «ατυχήματα» είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Ομως η κυβέρνηση, παρουσιάζοντας το σχέδιό της, έμεινε στη δημιουργία ενός Κέντρου Υγείας και μιας υποδομής αποκατάστασης, που αποτελεί δωρεά και ουσιαστικά απέρριψε τη δημιουργία νοσοκομείου που να καλύπτει όλη την περιοχή.
Από τους αστικούς σχεδιασμούς στην Ανατολική Αττική φαίνεται ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι να αξιοποιήσει έργα που αφορούν και λαϊκές ανάγκες (π.χ. αντιπλημμυρικά, διαχείριση στερεών/υγρών αποβλήτων κ.λπ.), ώστε να φιλοτεχνήσει το φιλολαϊκό της προφίλ, όμως η πραγματικότητα είναι άλλη. Αυτή η ιεράρχηση δεν γίνεται επειδή το κράτος έχει ως βασικό στόχο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, αλλά διότι αυτό απαιτεί ο γενικότερος σχεδιασμός στήριξης και θωράκισης της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Χαρακτηριστικά, ομολογείται για την Ανατολική Αττική ότι στόχος είναι να ενισχυθεί σημαντικά ο τουρισμός, με ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, με διεύρυνση του τουριστικού περιεχομένου και της επισκεψιμότητας κ.λπ. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδύσεις που θα γίνουν από ιδιωτικά κεφάλαια χρειάζεται να στηριχτούν από μια σειρά έργων υποδομής από το κράτος, όπως είναι μεταξύ άλλων η διαχείριση αποβλήτων και αντιπλημμυρικά έργα. Αλλωστε, τέτοια εμπειρία υπάρχει στην περιοχή. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με το τρένο στο Λαύριο, που οι κάτοικοι το περιμένουν ακόμα. Η ιστορία δείχνει ότι τρένο πήγαινε κάποτε στο Λαύριο, όταν λειτουργούσαν τα μεταλλεία και η εταιρεία που τα διαχειριζόταν είχε ανάγκη από εργατικό δυναμικό, που το έστυβε μέσα στις στοές. Εργα λοιπόν μπαίνουν στην ημερήσια διάταξη από την κυβέρνηση και εντάσσονται στα πρότζεκτ των ομίλων όταν αποτελούν προϋποθέσεις για ανάπτυξη της κερδοφορίας τους.
Μάλιστα, η χρηματοδότηση τέτοιων έργων, αν και αυτά έχουν ως αφετηρία τους την ικανοποίηση των αναγκών μονοπωλιακών ομίλων, φορτώνεται μέσω των διαφόρων προγραμμάτων στην εργατική – λαϊκή οικογένεια, η οποία καλείται να τα ξαναχρηματοδοτήσει κατά τη χρήση τους, όπως συμβαίνει με την Αττική Οδό, με τη διαχείριση των αποβλήτων κ.λπ. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα με τα διόδια, που οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης περί «μη δημιουργίας νέων σταθμών» δεν σημαίνουν σε καμιά περίπτωση ότι οι κατασκευάστριες εταιρείες θα έχουν ζημίες ή μειωμένα κέρδη. Αντίθετα, γίνεται προσαρμογή και προχωράει ο σχεδιασμός για τα ηλεκτρονικά διόδια, που σημαίνει μεγαλύτερη ευχέρεια για αποτελεσματικότερη αφαίμαξη, ταυτόχρονα με επιλεκτικές εκπτώσεις (π.χ. σε μόνιμους κατοίκους), που θα μετακυλίονται στους υπόλοιπους χρήστες. Με τον «ίδιο σμπάρο» πετυχαίνουν κι άλλο «τρυγόνι», αφού έτσι οι εταιρείες απαλλάσσονται και από το «εργασιακό κόστος» των εργαζομένων στα διόδια.
Από τη μία, λοιπόν, είναι οι ανάγκες του κεφαλαίου για φτηνή εργατική δύναμη, για χρηματοδότηση της επιχειρηματικής δράσης του από το «ματωμένο πλεόνασμα» που στραγγαλίζει το λαϊκό εισόδημα, για υποδομές με ευθύνη του κράτους που θα εξασφαλίζουν πεδίο δράσης στα μονοπώλια. Και, από την άλλη, είναι οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, που για να ικανοποιηθούν απαιτείται σύγκρουση με τον παραπάνω σχεδιασμό. Απαιτείται η εργατική τάξη να είναι οργανωμένη στα συνδικάτα της, σε Επιτροπές Αγώνα, στο προσκήνιο της πάλης και της διεκδίκησης, κόντρα στην προπαγάνδα περί «αντοχών» της καπιταλιστικής οικονομίας, δηλαδή των κερδών που τσεπώνουν τα αφεντικά. Απαιτείται να δυναμώνει κάθε μέρα, σε κάθε χώρο δουλειάς και κλάδο, η σύγκρουση με την εργοδοσία, να αλλάζουν οι συσχετισμοί και να αμφισβητείται όλο και περισσότερο αυτός ο δρόμος ανάπτυξης, η ίδια η εξουσία του κεφαλαίου.
Να ισχυροποιείται παντού το ΚΚΕ, για να δυναμώνει και η πεποίθηση των εργαζομένων ότι μπορούν να βάλουν τη σφραγίδα τους στις εξελίξεις, ότι μπορούν να αλλάξουν ριζικά την κατάσταση κατακτώντας οι ίδιοι την εξουσία, για να σχεδιάσουν σύμφωνα με τις ανάγκες τους την οικονομία και την παραγωγή.