Το Λαύριο κάπου θυμίζει την ιστορία του Ολυμπιακού
Για το Λαύριο η χρονιά τελείωσε σήμερα το βράδυ. Προσοχή: όχι για τους ίδιους τους ανθρώπους της ομάδας της Λαυρεωτικής. Αλλά για μας τους από έξω. Αφού κατόρθωσε να φέρει στα ίσια και μία σειρά όπως αυτή με τον Προμηθέα, που έμοιαζε κάτι παραπάνω από χαμένη, είναι σαν να πήρε ένα ακόμη πρωτάθλημα. Γιατί το Λαύριο έχει πάρει πολλά πρωταθλήματα φέτος και το ελληνικό μπάσκετ υποκλίνεται μπροστά του.
Υποκλίνεται μπροστά του γιατί πέρα από τα αποτελέσματά του παίζει και ένα μπάσκετ, που είναι διαφορετικό από τα άλλα. Διαφορετικό από εκείνο, που παίζουν άλλες ομάδες, που εφαρμόζουν άλλοι προπονητές. Θα πει κάποιος ότι το Λαύριο δεν έχει το άγχος, δεν έχει την πίεση, που έχουν άλλες ομάδες με περισσότερο κόσμο και πολλά γαλόνια. Αλήθεια είναι αυτό. Και άλλες ομάδες, όμως, βρίσκονται πάνω, κάτω στα κυβικά του Λαυρίου. Δεν κάνουν, όμως, αυτά, που κάνει ο Σερέλης και τα παιδιά του.
Την ίδια ώρα, πάντως, το Λαύριο με τα θαύματα, που επιτυγχάνει κάθε μέρα, που περνάει, κάνει κακό στις ομάδες, που βρίσκονται περίπου στην ίδια μοίρα με αυτό. Γιατί την μυθική του πορεία δεν πρόκειται να την μιμηθεί κανείς. Ομάδα με παικτικό μπάτζετ κοντά στις 350.000 ευρώ και να κάνει αυτά, που κάνει, δεν έχουμε ξαναδεί. Και ούτε θα ξαναδούμε. Ετσι πιστεύουμε.
Ο Βασίλης Μουράτος λίγο πιο παλιά ήταν κάπου χαμένος ανάμεσα στην Λάρισα, το Ψυχικό και το Περιστέρι. Τώρα παρασέρνει όποιον βρίσκει στο διάβα του. Τον Αλφα Ντιαλό και τον Ταϊσόν Κάρτερ όταν ήρθαν στην Ελλάδα τους ήξεραν μόνο οι άνθρωποι του Λαυρίου. Τώρα τους ξέρουν όλοι και λίγο περισσότερο οι άνθρωποι του Ολυμπιακού (και τους δύο, όχι μόνο τον Ντιαλό…). Ο Γκλεν Κόζι αποκτήθηκε αφότου είχε αρχίσει το πρωτάθλημα, και ήταν εκείνος, που έδωσε το έναυσμα, ώστε η ομάδα του Σερέλη να πάρει τα πάνω της. Όταν ήρθε, το Λαύριο είχε 0-3. Την συνέχεια την ξέρετε. Ο Ντέβιν Ντέιβις ούτε μιλάει, ούτε λαλάει, αλλά κάνει σχεδόν τα πάντα. Ο Τζάρεντ Σάβατζ είναι η ήρεμη δύναμη της ομάδας. Παίζει άμυνα, κάθεται στην γωνία και ρίχνει τα τριποντάκια του και στοιχίζει μόλις 16.000 δολάρια τον χρόνο. Ναι, καλά διαβάσατε. Παίρνει τον χρόνο όσα έπαιρνε πριν από 15 χρόνια ένας ξένος της χειρότερης ελληνικής ομάδας μόνο για τις οδοντογλυφίδες του.
Μιλάμε για απίστευτα πράγματα. Το Λαύριο έχει καταστρατηγήσει τους «κανόνες» του αθλήματος, αλλά με ευχάριστο τρόπο. Και ίσως να μην έχουν έρθει ακόμη τα καλύτερα.
«Σκέψου τι μαγικά θα κάνουν αυτοί οι άνθρωποι την επόμενη χρονιά, που θα έχουν περισσότερα λεφτά στην τσέπη τους» μου είπε ένας φίλος μετά το χθεσινό ματς. Δεν είναι απόλυτο αυτό. Κάθε άλλο. Αλλωστε πριν από δύο χρόνια πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο οι Λαυριώτες, ενώ χαλούσαν του κόσμου τα λεφτά. Λεφτά στον πρώην παίκτη των Γιούτα Τζαζ, Τζεφ Ουίτι, λεφτά στον Ουίλιαμ Μπιούφορντ, παίκτη με καλή θητεία σε ομάδες της Ευρώπης, λεφτά από δω, λεφτά από εκεί. Και όμως το Λαύριο τότε είχε πέσει, αν και για να γίνει αυτό δεν κατέβηκε ο Παναθηναϊκός στο ματς της τελευταίας αγωνιστικής με την Κύμη. Και να μην έπεφτε, όμως, χάλια πήγε. Και όμως είχε δώσει του κόσμου τα λεφτά.
Από πέρυσι, όμως, που οι άνθρωποί του πήγαν σε μία άλλη λογική με μικρό μπάτζετ και φουλ ρούκις, τα δεδομένα άλλαξαν προς το πολύ καλύτερο. Θα έλεγα ότι αναλογικά η ιστορία του Λαυρίου μου θυμίζει αυτή του Ολυμπιακού. Εδινε του κόσμου τα λεφτά ο Ολυμπιακός για Μασιγιάουσκας, Κλέιζα, Τσίλντρες, Βούισιτς και πάει λέγοντας και προκοπή δεν έβλεπε. Μόλις το γύρισε με χαμηλότερο μπάτζετ και άλλη λογική, να η μία Ευρωλίγκα, να η άλλη, να οι κούπες στην Ελλάδα, να η αγωνιστική ανάταση.
Είναι από τις λίγες φορές αυτές (του Λαυρίου και του Ολυμπιακού), που το χρήμα δεν φέρνει ακριβώς την ευτυχία. Πως το είπατε; Ουκ εν τω πολλώ το ευ; Κάπως έτσι.