Ηλεκτρική ενέργεια: Η μεγάλη επιστροφή στο ντίζελ & ο ρόλος των μονάδων της ΔΕΗ στο Λαύριο
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από πετρέλαιο έχει εγκαταληφθεί εδώ και χρόνια στην Ελλάδα, με μόνη εξαίρεση τον Αθερινόλακο στην Κρήτη. Τώρα, μετά το λιγνίτη, επιστρατεύεται και το ντίζελ, όχι μόνο για τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας, αλλά και για τον περιορισμό των τιμών, άρα και των επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος.
Τι ποσότητες χρειάζονται οι πέντε μονάδες ηλεκτρισμού με φυσικό αέριο που έχουν δυνατότητα μετατροπής σε ντίζελ; Οι υπολογισμοί μιλάνε για τουλάχιστον 500.000 κυβικά μέτρα για τρεις μήνες. Από Ιανουάριο έως και Μάρτιο του 2023, κατά το διάστημα δηλαδή που εκτιμάται πως θα δοκιμαστεί σοβαρά το ενεργειακό σύστημα της χώρας εάν η Ρωσία διακόψει εντελώς τις ροές.
Το ντίζελ θα είναι ένα από τα κλειδιά σε αυτό το σενάριο και η απαιτούμενη ποσότητα μόνο αμελητέα δεν είναι. Ισούται με το 20% του ντίζελ που καταναλώθηκε πέρυσι σε όλη την Ελλάδα (2,58 εκατ. μετρικοί τόνοι) και σε μια συγκυρία μαζικής στροφής της βιομηχανίας σε χρήση πετρελαίου ντίζελ ως εναλλακτικό καύσιμο για τον φετινό χειμώνα, η διαθεσιμότητά του για τη παραγωγή ηλεκτρισμού δεν είναι αυτονόητη. Τι προϋποθέσεις επιτυχίας έχει το εγχείρημα, τι εμπόδια μπορεί να συναντήσει και ποια τα οφέλη;
Τα διυλιστήρια, ΕΛΠΕ και Motor Oil, που συμμετείχαν γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο σε χθεσινή σύσκεψη υπό την γ.γ. Ενέργειας Αλ. Σδούκου, εκτιμούν πως είναι σε θέση να εξασφαλίσουν το απαιτούμενο capacity στις πέντε επίμαχες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Ποιές είναι αυτές; Δύο της ΔΕΗ σε Λαύριο και Κομοτηνή, δύο της Elpedison σε Θίσβη και Θεσσαλονίκη και ο «μικρός Ήρωνας» στην Βοιωτία. Η ηλεκτροπαραγωγή θα προηγηθεί έναντι άλλων κλάδων σε ένα τέτοιο σενάριο. Αν η χώρα κηρυχθεί σε κατάσταση συναγερμού 3, δηλαδή κοπεί εντελώς το ρωσικό αέριο και τα πράγματα φτάσουν σε άκρα, πρώτες πετρέλαιο θα πάρουν οι μονάδες ηλεκτρισμού και έπειτα, για παράδειγμα, οι συγκοινωνίες. Η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού προηγείται ως προτεραιότητα των μετακινήσεων.
Υπάρχει βέβαια ένα ζήτημα που ανεβάζει τα κόστη και το βαθμό δυσκολίας στο εγχείρημα: Τα logistics. Σε Λαύριο και Θεσσαλονίκη, η φόρτωση πετρελαίου είναι εύκολη, τα λιμάνια είναι δίπλα στις εγκαταστάσεις. Το ζητούμενο είναι πως θα γίνει η χερσαία μεταφορά σε Κομοτηνή, Θίσβη και Βοιωτία. Εκεί θα πρέπει να επιστρατευτεί ένας στόλος βυτιοφόρων για διάστημα τριών μηνών. Εκτιμάται ότι για την μονάδα της ΔΕΗ στην Κομοτηνή θα χρειαστούν ενδεχομένως περί τα 30 βυτιοφόρα και για τη μονάδα της Elpedison στην Θίσβη άλλα 20, προκειμένου να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες της αγοράς.
Τα θετικά νέα είναι ότι η πληρότητα των δεξαμενών σε ντίζελ για κάποιες από τις μονάδες αυτές, όπως της ΔΕΗ σε Λαύριο, Κομοτηνή, βρίσκεται σε πάνω από 50%. Αποθέμα καυσίμου που τους επιτρέπει, αν συμβεί το απευκταίο, να δουλέψουν αδιάλειπτα επί 15 ημέρες, δίνοντας περιθώριο χρόνου στα διυλιστήρια να επιταχύνουν τις διαδικασίες τροφοδοσίας. Συνολικά το project «ηλεκτρική ενέργεια με ντίζελ» προβλέπει ότι στο σενάριο διακοπής του ρωσικού αερίου, οι πέντε αυτές μονάδες θα λειτουργούν για 16 ώρες την ημέρα επί 100-120 ημέρες, με μισό φορτίο και το βράδυ θα σβήνουν. Η ακριβή τους διάρκεια λειτουργίας θα καθοριστεί προσεχώς, όταν τα διυλιστήρια θα ενημερώσουν τη ΡΑΕ και το υπ. Ενέργειας με αναλυτικά στοιχεία για τη διαθεσιμότητα του πετρελαίου, τον αριθμό των βυτιοφόρων που μπορούν να διατεθούν και τη συχνότητα τροφοδοσίας.
Σημειωτέον ότι για την ενίσχυση της διαθεσιμότητας εναλλακτικού καυσίμου σε περίοδο κρίσης, οι ηλεκτροπαραγωγοί υποχρεούνται να αυξήσουν τα αποθέματα ντίζελ από 5 ημέρες σε 20 ημέρες ή μέχρι την μέγιστη αποθηκευτική ικανότητα της υφιστάμενης δεξαμενής. Καταληκτική ημερομηνία πλήρωσης των δεξαμενών, η 1η Νοεμβρίου 2022.
Στην ίδια λογική με τη μέγιστη αξιοποίηση λιγνίτη, έτσι και το σχέδιο «ντίζελ» αποσκοπεί σε αύξηση της συμμετοχής του στο μείγμα καυσίμου για ηλεκτροπαραγωγή και στον περιορισμό της χρήσης του πανάκριβου φυσικού αερίου. Το πετρέλαιο που μετά και τις διασυνδέσεις των Κυκλάδων με Αττική είχε εγκαταληφθεί ως καύσιμο για τη παραγωγή ρεύματος (χρησιμοποιείται ακόμη μόνο στην Κρήτη από τη ΔΕΗ), επιστρατεύεται όχι μόνο για τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της χώρας αλλά και για να πέσουν οι τιμές στο ρεύμα, άρα να περιοριστούν οι επιδοτήσεις. Οφελημένα από την επαναφορά του πετρελαίου στο προσκήνιο του ενεργειακού μείγματος, και τα δυιλιστήρια, τα οποία σε μια συγκυρία με υψηλές τιμές αργού και αυξημένα περιθώρια διύλισης, θα δουν τη ζήτηση για ντίζελ να εκτινάσσεται.